ΒΟΛΟΣ, ΝΕΑ ΠΟΛΗ

Η πόλη του Βόλου δημιουργείται στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, την εποχή που κάνει την εμφάνισή του το αστικό φαινόμενο στην Ελλάδα. Καταρχήν αποκτά εμπορικό χαρακτήρα, αφού η κυριότερη αιτία της κατοίκησής της ήταν η ύπαρξη του φυσικού λιμανιού που εξυπηρετούσε τα εμπορικά συμφέροντα των πρώτων οικιστών της. Η σιδηροδρομική της σύνδεση με τις πόλεις – οικονομικά κέντρα του θεσσαλικού κάμπου, η οποία ολοκληρώθηκε το 1886, της προσέδωσε προβάδισμα και δυναμική ως προς τον οικονομικό της ρόλο στην περιοχή. Παράλληλα, η θέση της ως το βόρειο λιμάνι της Ελλάδας έως το 1912 λειτούργησε ως πλεονέκτημα για τη διεύρυνση των εμπορικών της δραστηριοτήτων. Βεβαίως, ο προσανατολισμός αυτός της πόλης δεν προέκυψε από το μηδέν. Στην περιοχή, με επίκεντρο τους οικισμούς του Πηλίου, υπήρχε μια αξιόλογη παράδοση στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, οι οποίες στηρίχτηκαν στη ναυτιλία και τη διακίνηση των προϊόντων των τοπικών εργαστηρίων στις ευρωπαϊκές και βαλκανικές αγορές.

Αυτή η παράδοση συνέβαλε στη στροφή των ντόπιων επιχειρηματιών προς τη μεταποίηση από τη δεκαετία του 1880 και μετά, όταν ο ρόλος του Βόλου ως διαμετακομιστικού κέντρου άρχισε να υποβαθμίζεται.

Η επικράτηση της βιομηχανίας έναντι του εμπορίου συντελείται κατά το Μεσοπόλεμο, περίοδο που χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη και των εργατικών διεκδικήσεων. Τότε ολοκληρώνεται η σύνθεση της ταυτότητας της πόλης, η οποία την προσδιορίζει σε σχέση με την ελληνική και ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Ο Βόλος μετασχηματίζεται σε μια από τις σημαντικότερες βιομηχανικές πόλεις της ελληνικής περιφέρειας, θέση που διατηρεί έως τις μέρες μας, παρ’ όλα τα προβλήματα και τις ασυνέχειες που συμβαίνουν στη μακρά διάρκεια.