Λεμονάδα ΕΨΑ

 

Ο Βόλος από την ενσωμάτωσή του στο ελληνικό κράτος (1881) έως και τη δεκαετία του 1970 εξελίχτηκε σε μια από τις σημαντικότερες βιομηχανικές πόλεις της ελληνικής περιφέρειας. Έως και το 1930 σημειώθηκε πραγματική απογείωση της τοπικής βιομηχανίας: νέες επιχειρήσεις ιδρύθηκαν, εκσυγχρονίστηκαν και επεκτάθηκαν οι παλιές, άρχισαν οι εξαγωγές και η πόλη έζησε περίοδο οικονομικής ευρωστίας.
Οι επενδύσεις στη βιομηχανία έφεραν στο προσκήνιο νέες κοινωνικές ομάδες, συνδεδεμένες είτε με το κεφάλαιο είτε με την εργασία. Οι κεφαλαιούχοι ήταν κυρίως Πηλιορείτες που απέκτησαν περιουσία στα οικονομικά κέντρα της διασποράς και κάτοικοι άλλων περιοχών του ελλαδικού χώρου, που κατείχαν την απαραίτητη τεχνογνωσία στη βιομηχανία. Ο πρώτος πυρήνας του εργατικού δυναμικού συγκροτήθηκε από πηλιορείτες και θεσσαλούς αγρότες, αλλά και ξένους εργάτες που έρχονταν για να απασχοληθούν, κυρίως, στις καπναποθήκες και στα έργα υποδομής. 
Μετά το 1922 τα εργατικά στρώματα διευρύνθηκαν από τους πρόσφυγες. Κατά την κρίση του 1929-32 πολλές τοπικές επιχειρήσεις έκλεισαν κι έτσι η κήρυξη του πολέμου το 1940 βρήκε την τοπική βιομηχανία σε ύφεση, την οποία και επιδείνωσε. Τις πρώτες δεκαετίες μετά τον πόλεμο οι άλλοτε ακμαίες μεγάλες επιχειρήσεις κατέρρευσαν υπό την πίεση των έντονων οικονομικών προβλημάτων. Μια δεύτερη ευκαιρία για τη βιομηχανία δόθηκε από την ίδρυση της βιομηχανικής περιοχής τη δεκαετία του 1960.

 Λεμονάδα ΕΨΑ

Το 1924, ο τότε πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος εγκαινίασε την Εταιρεία Ψυγείων Αγριάς (ΕΨΑ), που λειτουργεί ως σήμερα με το ίδιο όνομα παρά τις αλλαγές στην ιδιοκτησία της. Τότε εγκαταστάθηκε και ηλεκτρογεννήτρια, η οποία τροφοδότησε με ηλεκτρικό ρεύμα την Αγριά. 
Ο Γερμανός μηχανικός που κλήθηκε για τη μηχανολογική εγκατάσταση των ψυγείων δημιούργησε τη διάσημη συνταγή της λεμονάδας, που επρόκειτο να γίνει το κύριο προϊόν του εργοστασίου. Το 1940 ο Αριστείδης Αλεξανδρίδης, υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας, σχεδίασε την πασίγνωστη φιάλη της λεμονάδας.